
«α. Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μέχρι 31η Δεκεμβρίου 1997 το πεντηκοστό πέμπτο (55ο) έτος της ηλικίας τους, συμπληρωμένο».
β. Οι διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 56 του π.δ.169/2007 αντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως εξής:
«β) Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1ης Ιανουαρίου 1998 και μετά καθώς και
για όσους προσλήφθηκαν για πρώτη φορά στο Δημόσιο από 1ης Ιανουαρίου 1983 μέχρι 31
Δεκεμβρίου 1992.
βα) Το πεντηκοστό δεύτερο (52ο) έτος της ηλικίας τους συμπληρωμένο για τις μητέρες με
ανήλικα παιδιά, το οποίο αυξάνεται στο 55ο έτος από 1ης Ιανουαρίου 2012 και στο 65ο έτος
από 1ης Ιανουαρίου 2013 και μετά.
ββ) Το εξηκοστό πέμπτο (65ο) έτος της ηλικίας τους συμπληρωμένο, για τους άνδρες
υπαλλήλους. Ειδικά για τις γυναίκες υπαλλήλους της υποπερίπτωσης αυτής το όριο ηλικίας
συνταξιοδότησης ορίζεται στο εξηκοστό (60ό) έτος για το έτος 2010, το οποίο αυξάνεται από 1η Ιανουαρίου 2011 κατά ένα (1) έτος και από 1ης Ιανουαρίου 1012 και μετά κατά δύο (2) έτη, για κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση του εξηκοστού πέμπτου (65ο) έτους της ηλικίας τους.
βγ) Το πεντηκοστό (50ό) έτος της ηλικίας συμπληρωμένο για γυναίκες που έχουν ανίκανο για
την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος παιδί ή σύζυγο, κατά ποσοστό εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω.
Οι διατάξεις της υποπερίπτωσης αυτής έχουν ανάλογη εφαρμογή από 1.1.2012 και για τους
άνδρες υπαλλήλους της κατηγορίας αυτής.
γ. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής ο υπάλληλος θα ακολουθεί το όριο ηλικίας που ισχύει κατά τον χρόνο που θεμελιώνει δικαίωμα σύνταξης».
3. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007
αντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως εξής:
«β. Η σύνταξη των γυναικών υπαλλήλων που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μετά την 1η
Ιανουαρίου 1998 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010 μπορεί να καταβληθεί μετά τη
συμπλήρωση του πεντηκοστού πέμπτου (55ο) έτους της ηλικίας τους, το οποίο αυξάνεται από
1η Ιανουαρίου 2001 κατά ένα (1) έτος και από 1η Ιανουαρίου 2012 και μετά κατά δύο (2) έτη,
για κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60ό) έτους της ηλικίας
τους. Στην περίπτωση αυτή η σύνταξη μειώνεται κατά 1/200 του ποσού αυτής για κάθε μήνα,
που υπολείπεται από την έναρξη καταβολήςτης και μέχρι τη συμπλήρωση του κατά περίπτωση ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης».
4. α. Οι διατάξεις της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται από 1.1.2011, ως εξής: «γ. Για όσους έχουν προσληφθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 1983 και
συμπληρώνουν τριάντα πέντε (35) έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας το έτος 2010 η
σύνταξη καταβάλλεται ολόκληρη μετά τη συμπλήρωση του πεντηκοστού ογδόου (58ο) έτους της ηλικίας τους. Ο ανωτέρω χρόνος υπηρεσίας για όσους συμπληρώνουν αυτόν από το έτος 2011 και μετά αυξάνεται κατά 2 έτη για έτος 2011 και για κάθε επόμενο ημερολογιακό έτος κατά 9 μήνες και μέχρι τη συμπλήρωση σαράντα (40) ετών πλήρους πραγματικής συντάξιμης
υπηρεσίας.
Το όριο ηλικίας που προβλέπεται από το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης αυτής αυξάνεται
σταδιακά από 1.1.2011 κατά ένα (1) έτος ετησίως και μέχρι τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας.
Τα έτη υπηρεσίας καθώς και τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που προβλέπονται από τις
διατάξεις της περίπτωσης αυτής έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσους έχουν προσληφθεί
μετά την 1η Ιανουαρίου 1983 και συμπληρώνουν τριάντα επτά (37) έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας από 1.1.2011 και μετά».
5. Οι διατάξεις της περ. ε΄ της παρ. 2, της περ. α΄ κατά το μέρος που αφορά τους δικαστικούς
και της περ. στ΄, της παρ. 3, του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 καταργούνται από 1.1.2011 κα οι ακολουθούσες περιπτώσεις αναριθμούνται αναλόγως.
6. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της περ. ζζ΄ της παρ. 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007
αντικαθίστανται από 1.1.2011 ως εξής:
«Η κατά το προηγούμενο εδάφιο επταετής πλήρης πραγματική συντάξιμη υπηρεσία, για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μετά την 1η Ιανουαρίου 1998, αυξάνεται κατά ένα εξάμηνο για κάθε ημερολογιακό έτος από την 1η Ιανουαρίου 1998 μέχρι τη συμπλήρωση 10 πλήρων ετών, ο δε υπάλληλος θα ακολουθεί το αυξημένο όριο, που ισχύει κατά το έτος θεμελίωσης του δικαιώματος».
7. α. Το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2084/1992
(ΦΕΚ 165Α΄) αντικαθίστανται από 1.1.2012 ως εξής:
«Προκειμένου για όσους έχουν ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία παιδιά αρκεί η
συμπλήρωση του πεντηκοστού πέμπτου (55ο) έτους της ηλικίας τους εφόσον έχουν
εικοσιπενταετή (25ετή) πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία».
β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 2084/1992 καταργείται από 1.1.2012.
γ. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 19 του ν. 2084/1992, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παρ. 11 του άρθρου 1 του ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160Α΄), αντικαθίσταται από 1.1.2011, ως εξής:
«Η σύνταξη όμως αυτή αρχίζει να καταβάλλεται μετά τη συμπλήρωση του εξηκοστού πέμπτου(65ο) έτους της ηλικίας».
8. α. Από 1.1.2011 το πεντηκοστό όγδοο (58ο) έτος της ηλικίας συνταξιοδότησης των ανδρών
υπαλλήλων της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3660/2008 (ΦΕΚ 78Α΄) διαμορφώνεται στο
πεντηκοστό ένατο (59ο) έτος, αυξανόμενο από 1ης Ιανουαρίου 2012 και μετά στο εξηκοστό
(60ό) έτος.
β. Από 1.1.2011 το πεντηκοστό τρίτο (53ο) έτος της ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών
υπαλλήλων της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3660/2008 διαμορφώνεται στο πεντηκοστό πέμπτο (55ο) έτος, αυξανόμενο από 1ης Ιανουαρίου 2012 και μετά κατά δύο και μισό (2 1/2) έτη για κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60ό) έτους της ηλικίας τους.
9. Από 1.1.2011 τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που προβλέπονται από τις διατάξεις της
συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, κατά περίπτωση, για τους τακτικούς δημοσίους
υπαλλήλους έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους δικαστικούς λειτουργούς και το κύριο
προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
10. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος η ενηλικίωση των τέκνων θεωρείται ότι
γίνεται την 31η Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο συμπληρώνουν το 18ο έτος της ηλικίας
τους.
11. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή για όσα από τα πρόσωπα που
αναφέρονται σε αυτές θα έχουν θεμελιώσει δικαίωμα σύνταξης μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως αυτές ισχύουν κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού. Για τα πρόσωπα αυτά
εξακολουθούν να ισχύουν όσα προβλέπονται από τις αντικαθιστώμενες ή καταργούμενες
διατάξεις, κατά περίπτωση, τόσο για τη θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης όσο και για τα όρια
ηλικίας συνταξιοδότησης
β. Οι διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 56 του π.δ.169/2007 αντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως εξής:
«β) Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1ης Ιανουαρίου 1998 και μετά καθώς και
για όσους προσλήφθηκαν για πρώτη φορά στο Δημόσιο από 1ης Ιανουαρίου 1983 μέχρι 31
Δεκεμβρίου 1992.
βα) Το πεντηκοστό δεύτερο (52ο) έτος της ηλικίας τους συμπληρωμένο για τις μητέρες με
ανήλικα παιδιά, το οποίο αυξάνεται στο 55ο έτος από 1ης Ιανουαρίου 2012 και στο 65ο έτος
από 1ης Ιανουαρίου 2013 και μετά.
ββ) Το εξηκοστό πέμπτο (65ο) έτος της ηλικίας τους συμπληρωμένο, για τους άνδρες
υπαλλήλους. Ειδικά για τις γυναίκες υπαλλήλους της υποπερίπτωσης αυτής το όριο ηλικίας
συνταξιοδότησης ορίζεται στο εξηκοστό (60ό) έτος για το έτος 2010, το οποίο αυξάνεται από 1η Ιανουαρίου 2011 κατά ένα (1) έτος και από 1ης Ιανουαρίου 1012 και μετά κατά δύο (2) έτη, για κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση του εξηκοστού πέμπτου (65ο) έτους της ηλικίας τους.
βγ) Το πεντηκοστό (50ό) έτος της ηλικίας συμπληρωμένο για γυναίκες που έχουν ανίκανο για
την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος παιδί ή σύζυγο, κατά ποσοστό εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω.
Οι διατάξεις της υποπερίπτωσης αυτής έχουν ανάλογη εφαρμογή από 1.1.2012 και για τους
άνδρες υπαλλήλους της κατηγορίας αυτής.
γ. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής ο υπάλληλος θα ακολουθεί το όριο ηλικίας που ισχύει κατά τον χρόνο που θεμελιώνει δικαίωμα σύνταξης».
3. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007
αντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως εξής:
«β. Η σύνταξη των γυναικών υπαλλήλων που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μετά την 1η
Ιανουαρίου 1998 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010 μπορεί να καταβληθεί μετά τη
συμπλήρωση του πεντηκοστού πέμπτου (55ο) έτους της ηλικίας τους, το οποίο αυξάνεται από
1η Ιανουαρίου 2001 κατά ένα (1) έτος και από 1η Ιανουαρίου 2012 και μετά κατά δύο (2) έτη,
για κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60ό) έτους της ηλικίας
τους. Στην περίπτωση αυτή η σύνταξη μειώνεται κατά 1/200 του ποσού αυτής για κάθε μήνα,
που υπολείπεται από την έναρξη καταβολήςτης και μέχρι τη συμπλήρωση του κατά περίπτωση ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης».
4. α. Οι διατάξεις της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται από 1.1.2011, ως εξής: «γ. Για όσους έχουν προσληφθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 1983 και
συμπληρώνουν τριάντα πέντε (35) έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας το έτος 2010 η
σύνταξη καταβάλλεται ολόκληρη μετά τη συμπλήρωση του πεντηκοστού ογδόου (58ο) έτους της ηλικίας τους. Ο ανωτέρω χρόνος υπηρεσίας για όσους συμπληρώνουν αυτόν από το έτος 2011 και μετά αυξάνεται κατά 2 έτη για έτος 2011 και για κάθε επόμενο ημερολογιακό έτος κατά 9 μήνες και μέχρι τη συμπλήρωση σαράντα (40) ετών πλήρους πραγματικής συντάξιμης
υπηρεσίας.
Το όριο ηλικίας που προβλέπεται από το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης αυτής αυξάνεται
σταδιακά από 1.1.2011 κατά ένα (1) έτος ετησίως και μέχρι τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας.
Τα έτη υπηρεσίας καθώς και τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που προβλέπονται από τις
διατάξεις της περίπτωσης αυτής έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσους έχουν προσληφθεί
μετά την 1η Ιανουαρίου 1983 και συμπληρώνουν τριάντα επτά (37) έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας από 1.1.2011 και μετά».
5. Οι διατάξεις της περ. ε΄ της παρ. 2, της περ. α΄ κατά το μέρος που αφορά τους δικαστικούς
και της περ. στ΄, της παρ. 3, του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 καταργούνται από 1.1.2011 κα οι ακολουθούσες περιπτώσεις αναριθμούνται αναλόγως.
6. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της περ. ζζ΄ της παρ. 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007
αντικαθίστανται από 1.1.2011 ως εξής:
«Η κατά το προηγούμενο εδάφιο επταετής πλήρης πραγματική συντάξιμη υπηρεσία, για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μετά την 1η Ιανουαρίου 1998, αυξάνεται κατά ένα εξάμηνο για κάθε ημερολογιακό έτος από την 1η Ιανουαρίου 1998 μέχρι τη συμπλήρωση 10 πλήρων ετών, ο δε υπάλληλος θα ακολουθεί το αυξημένο όριο, που ισχύει κατά το έτος θεμελίωσης του δικαιώματος».
7. α. Το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2084/1992
(ΦΕΚ 165Α΄) αντικαθίστανται από 1.1.2012 ως εξής:
«Προκειμένου για όσους έχουν ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία παιδιά αρκεί η
συμπλήρωση του πεντηκοστού πέμπτου (55ο) έτους της ηλικίας τους εφόσον έχουν
εικοσιπενταετή (25ετή) πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία».
β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 2084/1992 καταργείται από 1.1.2012.
γ. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 19 του ν. 2084/1992, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παρ. 11 του άρθρου 1 του ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160Α΄), αντικαθίσταται από 1.1.2011, ως εξής:
«Η σύνταξη όμως αυτή αρχίζει να καταβάλλεται μετά τη συμπλήρωση του εξηκοστού πέμπτου(65ο) έτους της ηλικίας».
8. α. Από 1.1.2011 το πεντηκοστό όγδοο (58ο) έτος της ηλικίας συνταξιοδότησης των ανδρών
υπαλλήλων της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3660/2008 (ΦΕΚ 78Α΄) διαμορφώνεται στο
πεντηκοστό ένατο (59ο) έτος, αυξανόμενο από 1ης Ιανουαρίου 2012 και μετά στο εξηκοστό
(60ό) έτος.
β. Από 1.1.2011 το πεντηκοστό τρίτο (53ο) έτος της ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών
υπαλλήλων της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3660/2008 διαμορφώνεται στο πεντηκοστό πέμπτο (55ο) έτος, αυξανόμενο από 1ης Ιανουαρίου 2012 και μετά κατά δύο και μισό (2 1/2) έτη για κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60ό) έτους της ηλικίας τους.
9. Από 1.1.2011 τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που προβλέπονται από τις διατάξεις της
συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, κατά περίπτωση, για τους τακτικούς δημοσίους
υπαλλήλους έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους δικαστικούς λειτουργούς και το κύριο
προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
10. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος η ενηλικίωση των τέκνων θεωρείται ότι
γίνεται την 31η Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο συμπληρώνουν το 18ο έτος της ηλικίας
τους.
11. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή για όσα από τα πρόσωπα που
αναφέρονται σε αυτές θα έχουν θεμελιώσει δικαίωμα σύνταξης μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως αυτές ισχύουν κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού. Για τα πρόσωπα αυτά
εξακολουθούν να ισχύουν όσα προβλέπονται από τις αντικαθιστώμενες ή καταργούμενες
διατάξεις, κατά περίπτωση, τόσο για τη θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης όσο και για τα όρια
ηλικίας συνταξιοδότησης